Εφαρμογή του

alarme στα ελληνικά
alarme
λέγεται
αλάρμ
.
alarme
σημαίνει στα ελληνικά
συναγερμός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- alarme : συναγερμός
- alarme / signal d'alarme : συναγερμός
- alarme / alarme de bureau : συναγερμός κέντρου
- alarme / alerte : κλήση βοήθειας
- sursaut / effet d'alarme : φοβική αντίδραση
- TFAC / taux de fausse alarme constant : σταθερός ρυθμός μη επιβεβαιωμένων προειδοποιήσεων κινδύνου
- SAV / système d'alarme pour véhicules : VAS / σύστημα συναγερμού οχήματος
Subscribe
0 Comments