Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

aliéner στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
aliéner
λέγεται
αλιενέ
.
aliéner
σημαίνει στα ελληνικά
αλλοτριώνω / aliéné παράφρονας
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • aliéné : φρενοβλαβής
  • asile d'aliénés : φρενοκομείο / άσυλο φρενοβλαβών
  • aliéner un appareil / condamner la télécommande d'un appareil : θέση εκτός λειτουργίας του τηλεχειρισμού μιας συσκευής / μη δυνατότης χειρισμού μιας συσκευής από τον τηλεχειρισμό της
  • représentation légale d'un aliéné / représentation légale d'un dément : η εκ του νόμου αντιπροσώπευση φρενοβλαβούς
  • autorisation d'aliéner un terrain : άδεια αγοραπωλησίας γης / άδεια αγοραπωλησίας αγροτεμαχίων
  • acquérir ou aliéner des biens mobiliers et immobiliers : αποκτά ή διαθέτει κινητή και ακίνητη περιουσία
  • acquérir ou aliéner des biens immobiliers et mobiliers : αποκτώ ή διαθέτω κινητή και ακίνητη περιουσία

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments