Εφαρμογή του

aligner στα ελληνικά
aligner
λέγεται
αλινιέ
.
aligner
σημαίνει στα ελληνικά
στοιχίζω / ευθυγραμμίζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- aligner : Ευθυγραμμίζω
- aligner : ευθυγραμμίζω
- ajuster / aligner : ευθυγραμμίζω
- ajuster / aligner : προσαρμόζω
- aligné sur : εκατέρωθεν ευθυγραμμισμένος
- MNA / Mouvement des pays non alignés : Κίνημα των Αδεσμεύτων
- être aligné / être en coïncidence : συμπίπτω / είμαι συνευθειακός
Subscribe
0 Comments