Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

altitude στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
altitude
λέγεται
αλτιτύντ
.
altitude
σημαίνει στα ελληνικά
ύψωμα / υψόμετρο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • altitude : υψόμετρο/ύψος
  • altitude / cote de niveau : γεωδαιτικό υψόμετρο
  • altitude : ύψος
  • altitude / altitude vraie : αληθές ύψος / απόλυτο ύψος
  • élévation / altitude topographique : όψη
  • soroche / mal d'altitude : νόσος του ύψους / νόσος των ορέων
  • SCATHA / charge électrostatique des engins spatiaux à haute altitude : φόρτιση διαστημοπλοίου σε μεγάλο ύψος
  • barographe / enregistreur d'altitude : καταγραφικό υψόμετρο
  • MDA/H : σχετικό ύψος / ελάχιστο αποφασιστικό
  • hypsométrie / détermination des altitudes : υψομετρία / προσδιορισμός υψών

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments