Εφαρμογή του

annexer στα ελληνικά
annexer
λέγεται
ανεξέ
.
annexer
σημαίνει στα ελληνικά
προσαρτώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- ajouter / annexer : επισυνάπτω
- annexe / intercalaire : συμπληρωματικό ειδικό ασφαλιστικό σημείωμα
- annexe : βοηθητικό πλοίο / εφοδιοφόρο πλοίο
- annexe : προσαρτημένο πτερυγίδιο
- annexe : παράρτημα
- annexe XV : Παράρτημα XV
- annexe : παρ. / παράρτ.
- annexe : εξάρτημα / δευτερεύον όργανο
- appendice / annexe : προσάρτημα
- annexe XIV : Παράρτημα XIV
Subscribe
0 Comments