Εφαρμογή του

apparaître στα ελληνικά
apparaître
λέγεται
απαρέτρ
.
apparaître
σημαίνει στα ελληνικά
εμφανίζομαι / φαίνομαι / προκύπτει
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- apparaitre : εμφανίζομαι
- apparaître séparément : εμφανίζομαι χωριστά
- l'Algérie apparaît exemplaire : ... αποτελεί λαμπερό παράδειγμα
- la perlite apparaît en lamelles grossières : ο περλίτης εμφανίζεται κατά φαρδιές λωρίδες
- si une action de la Communauté apparaît nécessaire pour : αν ενέργεια της Kοινότητος θεωρείται αναγκαία για
- il apparaît une structure coalescée, ou perlite globulaire : σχηματίζεται μια δομή σύμφυσης που αποτελείται από σφαιροειδή περλίτη
- le revenu fait nettement apparaître un durcissement secondaire : κατά την διάρκεια της επαναφοράς παρατηρείται καθαρά μια δευτερογενής σκλήρυνση
- état financier faisant apparaître la situation active et passive : δημοσιονομικός ισολογισμός περί του ενεργητικού και του παθητικού
- dans la transformation martensitique, une évolution cohérente apparaît : στην μαρτενσιτική περιοχή πραγματοποιείται μια συμπαγής εξέλιξη
- les grandes aiguilles ne laissent guère apparaître de structure interne : οι φαρδύτερες βελόνες δεν εμφανίζουν σχεδόν καμμία δομή
Subscribe
0 Comments