Εφαρμογή του

appétit στα ελληνικά
appétit
λέγεται
απετί
.
appétit
σημαίνει στα ελληνικά
όρεξη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- inappétence / perte d'appétit : ανορεξία
- anorectiques / déprimants de l'appétit : κατασταλτικά της ορέξεως
- centre de l'appétit : υποθαλαμικό κέντρο βάρους
Subscribe
0 Comments