Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

aquarelle στα ελληνικά
aquarelle
λέγεται
ακουαρέλ
.
aquarelle
σημαίνει στα ελληνικά
ακουαρέλα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- aquarelle / couleur à l'eau : υδρόχρωμα / υδατοδιαλυτό χρώμα
- aquarelle : ακουαρέλλα / υδατογραφία
- aquarelle : υδατογραφία (ακουαρέλλα)
- couleur pour aquarelles / peinture pour aquarelles : χρώμα ακουαρέλλας / χρώμα υδατογραφίας
Subscribe
0 Comments


