Εφαρμογή του

arrière στα ελληνικά
arrière
λέγεται
αριέρ
.
arrière
σημαίνει στα ελληνικά
πίσω / όπισθεν / arrière -garde οπισθοφυλακή / arrière -pays ενδοχώρα / arrière -pensée υστεροβουλία / arrière -petits-enfants δισέγγονα / arrière -plan φόντο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- poupe / arrière : πρύμνη
- poupe / arrière : προς την πρύμνη
- arriéré : καθυστερούμενο ποσό
- tablier / déflecteur : εκτροπέας / προστατευτική ασπίδα
- arrérage / intérêt arriéré : συσσωρευθείς τόκος
- croupiat / amarre d'arrière : πρυμάτσα / πρυμνίσιο σχοινί
- portique / portique arrière : πρυμναίο καπόνι
- reu / voûte : πίσω κατάλυμα / πρυμναίο ενδιαίτημα
- culer / battre en arrière : ανακρούω / αναποδίζω
Subscribe
0 Comments