Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

atrophié στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
atrophié
λέγεται
ατροφιέ
.
atrophié
σημαίνει στα ελληνικά
ατροφικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • atrophie : νανισμός
  • lunarite / maladie de Kienböck : εξάρθρωση του μηνοειδούς οστού του Kienboeck
  • marasme / atrophie du nourrisson : μαρασμός
  • maladie de Charcot-Marie-Tooth  (Preferred) / CMT : περονιαία μυϊκή ατροφία / σύνδρομο Charcot-Marie-Tooth
  • dent atrophiée : ατροφικό δόντι
  • atrophie grise / athrophie grise de la papille optique : φαιά ατροφία
  • syndrome de Behr / atrophie optique de Behr : νόσος του Behr / σύνδρομο του Behr
  • atrophie cutanée : ατροφία δέρματος
  • atrophie optique : οπτική ατροφία
  • atrophie vésicale : ατροφία ουροδόχου κύστης

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments