Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

avion στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
avion
λέγεται
αβιόν
.
avion
σημαίνει στα ελληνικά
αεροπλάνο / par avion αεροπορικώς
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • avion / aéroplane : αεροπλάνο
  • ETOPS / Exploitation d'avions bimoteurs en long-courrier : Πτήσεις μεγάλων αποστάσεων δικινητηρίων αεροπλάνων
  • LASU / accord sectoriel pour les avions gros porteurs : LASU / Τομεακή συμφωνία για τα μεγάλα αεροσκάφη
  • ADAC / avion à décollage et atterrissage court : αεροσκάφος ΒΑΠ / αεροσκάφος βραχείας προσγείωσης
  • ADAV / avion à décollage et atterrissage vertical : αεροσκάφος ΚΑΠ / αεροπλάνο κατακόρυφης προσγείωσης και απογείωσης
  • ADAS / avion à décollage et atterrissage silencieux : αεροπλάνο αθόρυβης προσγείωσης/απογείωσης
  • ADAS / avion à décollage et atterrissage silencieux : αεροσκάφος αθόρυβης απογείωσης και προσγείωσης
  • TFTS / système terrestre de télécommunications dans les avions : TFTS / επίγειο σύστημα τηλεπικοινωνιών εν πτήσει
  • MRTT / avion multirôle de ravitaillement en vol et de transport : στόλος μεταφορών με πετρελαιοφόρα πολλαπλού ρόλου
  • RVSM / réduction du minimum de séparation verticale : RVSM / ελάχιστα μειωμένου καθέτου διαχωρισμού

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments