Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

avoisiner στα ελληνικά
avoisiner
λέγεται
αβουαζινέ
.
avoisiner
σημαίνει στα ελληνικά
γειτονεύω / κοντεύω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- région voisine / région avoisinante : όμορη περιφέρεια
- commune voisine / commune avoisinante : γειτονική κοινότητα
- principe des points avoisinés : αρχή γειτονικών σημείων
Subscribe
0 Comments


