Εφαρμογή του
balayage στα ελληνικά
balayage
λέγεται
μπαλεγιάζ
.
balayage
σημαίνει στα ελληνικά
σκούπισμα / σάρωμα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- balayage / nettoyage : σάρωση
- balayage : σάρωση
- balayage : καθάρισμα
- balayage : κύκλος πλύσεως
- analyse / balayage : σάρωση / διερεύνηση
- balayage : περιφορά άξονα γυροσκοπίου
- balayage : καθαρισμός ατμόσφαιρας
- survol / lecture : διαφύλλιση
Subscribe
0 Comments