Εφαρμογή του

bateau στα ελληνικά
bateau
λέγεται
μπατό
.
bateau
σημαίνει στα ελληνικά
πλοίο / σκάφος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- bateau / navire : πλοίο
- bateau : δίσκος
- bateau : πετσικάρισμα υαλοπίνακα
- canot / bateau : πλοίο / ακάτιο
- bateau / basculeur : βραχίονας αλλαγής / πλαίσιο οδοντοτροχού χιτωνίου δορυφόρου
- bateau / caisson : δίσκος
- drague / dragueur : βυθοκόρος
- CSITBP / Classification statistique internationale type des bateaux de pêche : CSITBP / Τυποποιημένη Διεθνής Στατιστική Ταξινόμηση των Αλιευτικών Σκαφών
- à bord / sur le bateau : επί του πλοίου
- gangui / chalut-bœuf : τράτα με ζευγαρωτά σκάφη / τράτα βυθού με ζευγαρωτά σκάφη
Subscribe
0 Comments