Εφαρμογή του

boucle στα ελληνικά
boucle
λέγεται
μπουκλ
.
boucle
σημαίνει στα ελληνικά
μπούκλα / πόρπη / boucle d’oreille σκουλαρίκι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- boucle : βρόγχος
- boucle : βρόχος
- boucle / maille : βρόχος / κλειστό κύκλωμα
- oeil / cosse : δακτύλιος / μικρή οπή
- boucle : ανακύκλωσις
- boucle / circuit expérimental : πειραματικό κύκλωμα / πειραματικός βρόχος
- boucle : καμπή / ελιγμός
- boucle : πόρπη / κρίκος
Subscribe
0 Comments