Εφαρμογή του

bracelet στα ελληνικά
bracelet
λέγεται
μπρασλέ
.
bracelet
σημαίνει στα ελληνικά
βραχιόλι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- bracelet : κολάρο / ληγαδούρα
- piquage / bracelet de piquage : μούφα σύσφιγξης / κολάρο σύσφιγξης
- montre bracelet / montre-bracelet : λουράκι ρολογιού
- bracelet élastique : ελαστικό περιβραχιόνιο
- bracelet de montre : βραχιόλι ρολογιού / μπρασελές ρολογιού
- bracelet de montre : λουράκι ρολογιού / βραχιόλι ρολογιού
- surveillance électronique / port du bracelet électronique : χρήση ηλεκτρονικού βραχιολιού / προμήθεια ηλεκτρονικού βραχιολιού
Subscribe
0 Comments