Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

brigadier στα ελληνικά
brigadier
λέγεται
μπριγκαντιέ
.
brigadier
σημαίνει στα ελληνικά
δεκανέας
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- brigadier de la voie / chef d'équipe de la voie : αρχιεργάτης γραμμής / προϊστάμενος της ομάδας γραμμής
- brigadier de manoeuvre / chef d'équipe de manoeuvre : ελιγμοδηγός / προϊστάμενος της ομάδας ελιγμών
- brigadier de manutention : επιστάτης χειριστών εμπορευμάτων
Subscribe
0 Comments


