Εφαρμογή του

briquet στα ελληνικά
briquet
λέγεται
μπρικέ
.
briquet
σημαίνει στα ελληνικά
αναπτήρας
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- briquet : αναπτήρας
- briquet à gaz : αναπτήρας με αέριο
- pierre à briquet : πέτρα αναπτήρα
- briquet de poche : αναπτήρας τσέπης
- molette à briquet : πέτρα αναπτήρα / τροχίσκος αναπτήρα
- briquet fantaisie : φαντεζί αναπτήρας
- mèche pour briquet : φυτίλι για αναπτήρες
- gangrène de Briquet : γάγγραινα Briquet
- syndrome de Briquet : σύνδρομο Briquet
- briquet avec pierre : αναπτήρας με πυρόλιθο
Subscribe
0 Comments