Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

bûcher στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
bûcher
λέγεται
μπυσέ
.
bûcher
σημαίνει στα ελληνικά
διαβάζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • bûche / aiguille : λοξοκομμένος μίσχος
  • bûche refendue : σχισμένο κούτσουρο
  • gale des bûcherons / dermatite provoquée par les chenilles : ερυθηματώδης δερματίτις οφειλόμενη εις λεπιδόπτερα
  • équipe de bûcherons / chantier de bûcherons : ομάδα υλοτόμων
  • enfournement en bûches(F) / enfournement en tapis sectionné : τροφοδότηση μίγματος κατά σωρούς
  • radiateur à bûches réfractaires : θερμάστρα αερίου-τζάκι

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments