Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

buté στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
buté
λέγεται
μπυτέ
.
buté
σημαίνει στα ελληνικά
πεισματάρης
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • butée / poussée de terre passive : παθητική πίεση εδάφους
  • butée / palier de butée : έδρανο / έδρανον ώσεως
  • butée / ergot : ακίδα / πόλος
  • butée : δείκτης τερματισμού
  • butée : δόντι αναστολής μετακινήσεων
  • butée / levier témoin : στόπερ / αντιστήριγμα
  • butée : τερματικός πείρος πρόωσης
  • butée / butée d'arrêt : στοπ
  • boulon / boulon de butée : βύσμα ακινητοποίησης / πείρος ακινητοποίησης
  • circlip / bague de butée : ασφάλεια / δακτύλιος στήριξης

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments