Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

cachalot στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
cachalot
λέγεται
κασαλό
.
cachalot
σημαίνει στα ελληνικά
φυσητήρας (φάλαινα)
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • cachalot / MUL : φυσητήρας
  • cachalot : φυσητήρας
  • spermaceti / blanc de baleine : σπερματοκηρός / λευκό της φάλαινας
  • petit cachalot : φυσητήρας ο μικρός
  • graisse ou huile provenant du cachalot : λίπος ή λάδι που προέρχεται από τον φυσητήρα

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments