Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

canon στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
canon
λέγεται
κανόν
.
canon
σημαίνει στα ελληνικά
κανόνι / κάννη
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • canon : πυροβόλο
  • canon / manchon : ρολλό / έλαστρο
  • canon : ραβδί για οπτικό γυαλί
  • canon : κερκίδα
  • canon / mère de coulée : χοάνη έγχυσης / χοάνη χύτευσης
  • canon / canon pneumatique : κανόνι / οπή σωλήνα μεγάλου διαμετρήματος
  • canon / canon de guidage : κανών οδήγησης / κανών διάτρησης
  • canon : κάννη
  • touret / tour à canon(B) : βάση στερέωσης δίσκου λείανσης
  • enneigeur / canon à neige : χιονοβόλο κανόνι

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments