Εφαρμογή του

cantonner στα ελληνικά
cantonner
λέγεται
καντονέ
.
cantonner
σημαίνει στα ελληνικά
στρατωνίζω / καταλύω / περιορίζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- actif cantonné / actif transféré dans le canton : διαχωρισθέν περιουσιακό στοιχείο
- fonds cantonné : κεφάλαιο κλειστής διάρθρωσης
- actif commercial cantonné : διαχωρισθέντα εμπορικά περιουσιακά στοιχεία
- rachat des actif cantonnés : εξαγορά των διαχωρισθέντων περιουσιακών στοιχείων
Subscribe
0 Comments