Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

caractéristique στα ελληνικά
caractéristique
λέγεται
καρακτεριστίκ
.
caractéristique
σημαίνει στα ελληνικά
χαρακτηριστικός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- caractéristique : χαρακτηριστικό
- exposant / caractéristique : εκθέτης
- caractère / caractéristique : χαρακτηριστικό
- caractéristique / courbe caractéristique : χαρακτηριστική καμπύλη
- caractéristique : χαρακτηριστικά
- caractéristique : χαρακτηριστική καμπύλη
- caractéristique : χαρακτηριστική τιμή
- qualité / caractère : χαρακτηριστικό
- message type / message typique : τυπικό μήνυμα
Subscribe
0 Comments


