Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

carburateur στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
carburateur
λέγεται
καρμπυρατέρ
.
carburateur
σημαίνει στα ελληνικά
καρμπυρατέρ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • carburateur : αναμικτήρας / εξαερωτήρας
  • carburateur : εξαερωτήρας
  • carburateur : εξαεριστήρας
  • pointeau / pointeau du carburateur : βαλβίδα πλωτήρα / βαλβίδα δοχείου σταθερής στάθμης εξαεριωτή
  • carburateur double / carburateur double-corps : διπλό καρμπιρατέρ / διπλός εξαεριωτής
  • carburateur inversé / carburateur à tirage bas : ανεστραμμένο καρμπιρατέρ / ανεστραμμένος εξαεριωτής
  • carburateur vertical : κατακόρυφο καρμπιρατέρ / κατακόρυφος εξαεριωτής
  • pointeau du flotteur / pointeau du carburateur : βελόνα πλωτήρα
  • corps du carburateur : σώμα εξαεριωτή / κορμός εξαεριωτή
  • moteur à carburateur / moteur à carburation : κινητήρας με εξαεριωτή / κινητήρας με καρμπιρατέρ

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments