Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

casquette στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
casquette
λέγεται
κασκέτ
.
casquette
σημαίνει στα ελληνικά
τραγιάσκα / κασκέτο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • casquette : πηλίκιο
  • casquette : αλεξήλιο / αρθρωτό αλεξήλιο
  • casquette : εμπρόσθιο περίβλημα μετωπικού παραθύρου
  • képi / casquette pour uniforme : πηλίκιο για στολές
  • double casquette : διπλό αξίωμα / διπλή ιδιότητα
  • fromage en casquette : τυρί με άνιση επιφάνεια
  • bouchon casquette bombé : Bούλωμα με στρογγυλό κεφάλι

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments