Εφαρμογή του

catapulte στα ελληνικά
catapulte
λέγεται
καταπύλτ
.
catapulte
σημαίνει στα ελληνικά
καταπέλτης
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- catapulte : καταπέλτης
- catapulte / chargeur à balancier : καταπέλτης / φορτωτής με ζύγωθρο
- catapulte à poudre : καταπέλτης με πύραυλο
Subscribe
0 Comments