Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

censé στα ελληνικά
censé
λέγεται
σανσέ
.
censé
σημαίνει στα ελληνικά
λογικός / υποτίθεται
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- nul n'est censé ignorer la loi : ουδείς νοείται αγνοών το νόμο
Subscribe
0 Comments


