Εφαρμογή του

charcutier στα ελληνικά
charcutier
λέγεται
σαρκυτιέ
.
charcutier
σημαίνει στα ελληνικά
αλλαντοπώλης
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- charcutier / saucissonnier : αλαντοποιός
- charcutier : αλλαντοπώλης
- porc maigre / porc à viande : άπαχο κρεατοπαραγωγό γουρούνι
Subscribe
0 Comments