Εφαρμογή του

chaudière στα ελληνικά
chaudière
λέγεται
σοντιέρ
.
chaudière
σημαίνει στα ελληνικά
λέβητας
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- chaudière : λέβητας
- chaudière : λέβητας (θέρμανσης)
- chaudière : βραστήρας
- chaudière : λέβητας / καζάνι(κν.)
- chaudière : καζάνι / λέβητας
- chaudière / cucurbite : βραστήρας
- bouilleur / chaudière solaire : ηλιακóς ατμολέβητας
Subscribe
0 Comments