Εφαρμογή του

cible στα ελληνικά
cible
λέγεται
σιμπλ
.
cible
σημαίνει στα ελληνικά
στόχος / σημάδι
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- STREP / projet de recherche spécifique ciblé : STREP / Ειδικά στοχοθετημένα ερευνητικά έργα
- ciblé : στοχοθετημένος
- HTDS / système du développement hôte-cible : σύστημα ανάπτυξης μεγάλων στόχων
- MC / mission ciblée : στοχοθετημένη αποστολή
- récepteur / organe-cible : υποδοχέας / όργανο-στόχος
- ion cible / ion de quantification : στοχευόμενο ιόν
- site cible : θέση - στόχος
- drone-cible / engin-cible : μη επανδρωμένο αεροσκάφος-στόχος
- experts MC / experts chargés de missions ciblées : εμπειρογνώμονες ΣΑ / μόνιμη ομάδα εμπειρογνωμόνων για στοχοθετημένες αποστολές
- cible radar : στόχος ραδιοεντοπισμού
Subscribe
0 Comments