Εφαρμογή του

colonie στα ελληνικά
colonie
λέγεται
κολονί
.
colonie
σημαίνει στα ελληνικά
αποικία / παροικία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- colonie : αποικία / αποικία μικροβίων
- colonie : αποικία / παροικία
- ruchée / colonie d'abeilles : εσμός / σμήνος
- G-CSF / facteur stimulant les colonies de granulocytes : G-CSF / παράγων διέγερσης κοκκιoκυττάρων
- UFC / unités formant colonies : μονάδα σχηματισμού αποικιών
- CFP / Communauté financière du Pacifique : Οικονομική Κοινότητα του Ειρηνικού
- colonie fermée : περιορισμένος αρχικός αριθμός ζώων
- camp de vacances / colonie de vacances : κατασκήνωση
- colonies géantes : γιγάντιες αποικίες καλλιεργημένης ζύμης
- colonie sauvage : άγριο μελισσοσμήνος
Subscribe
0 Comments