Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

comptabiliser στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
comptabiliser
λέγεται
κονταμπιλιζέ
.
comptabiliser
σημαίνει στα ελληνικά
υπολογίζω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • comptabiliser : καταλογίζω / καταχωρίζω
  • comptabiliser : καταχωρώ λογιστικά' καταλογίζω
  • charges reportées / frais reportés : προϋπολογισμένα έξοδα
  • gaz non comptabilisé : απώλειες αερίου
  • comptabiliser les engagements : καταχωρίζω αναλήψεις υποχρεώσεων
  • comptabiliser dans les écritures : (οι δαπάνες) εμφανίζονται λογιστικά
  • ratio des intérêts non comptabilisés : ρυθμός επιτοκίων που δεν έχουν λογιστικοποιηθεί
  • dégagement et réévaluation comptabilisés : αποδέσμευση και επανεκτίμηση που έχουν καταχωρισθεί λογιστικά
  • comptabilisé sur la base du fait générateur : καταχωρούμενο λογιστικώς με βάση την ημερομηνία πραγματοποίησης
  • comptabiliser une avance sur un compte d'attente : εγγράφω προκαταβολή σε προσωρινό λογαριασμό

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments