Εφαρμογή του

conciliation στα ελληνικά
conciliation
λέγεται
κονσιλιασιόν
.
conciliation
σημαίνει στα ελληνικά
συμβιβασμός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- conciliation : συμφιλίωση
- conciliation : διαδικασία συμφιλίωσης / δικαστικός συμβιβασμός
- conciliation : συνδιαλλαγή
- Unité Communication / Direction de la coordination législative et des conciliations : Μονάδα Επικοινωνίας / Διεύθυνση Νομοθετικού Συντονισμού και Συνδιαλλαγής
- Unité du Dispatching / Unité des conciliations et de la codécision : Μονάδα Διεκπεραίωσης / Μονάδα Συνδιαλλαγής και Συναπόφασης
- conciliation légale : νόμιμη διαδικασία συμφιλίωσης
- comité de conciliation / comité de concertation (Obsolete) : Επιτροπή Συνδιαλλαγής
- comité de conciliation : επιτροπή συνδιαλλαγής
- essai de conciliation : απόπειρα συμφιλίωσης
Subscribe
0 Comments