Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

confiserie στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
confiserie
λέγεται
κονφιζρί
.
confiserie
σημαίνει στα ελληνικά
ζαχαροπλαστείο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • confiserie : ζαχαροπλαστική
  • confiserie / produit de confiserie : ζαχαρώδες παρασκεύασμα
  • sucreries / confiseries : ζαχαρώδη παρασκευάσματα / προϊόντα ζαχαροπλαστικής
  • confiseries : είδη ζαχαροπλαστικής
  • CAOBISCO / Association des industries de la chocolaterie, biscuiterie-biscotterie et confiserie de l'UE : Ενωση Βιομηχανιών Σοκολατοποιίας, Μπισκοτοποιίας, Φρυγανοποιίας και Ζαχαρωδών Προϊόντων της ΕΟΚ
  • résidu de confiserie : υπολείμματα ζαχαροπλαστικής
  • godet pour confiserie : πτυχωτό κύπελλο για ζαχαρωτά
  • industrie de la confiserie : βιομηχανία ζαχαρωδών προϊόντων
  • confiserie bouillie et comprimée : καραμελωμένα και συμπιεσμένα ζαχαρώδη προϊόντα
  • bassine chauffante pour confiserie : θερμαινόμενη σκάφη για τη ζαχαροπλαστική

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments