Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

consommer στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
consommer
λέγεται
κονσομέ
.
consommer
σημαίνει στα ελληνικά
καταναλώνω
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • énergie absorbée / puissance consommée : απορροφώμενη ισχύς / καταναλισκώμενη ισχύς
  • consommé de viande : ζωμός διαυγασμένος κρέατος
  • puissance consommée : κατανάλωση ισχύος
  • à consommer jusqu'au : ανάλωση μέχρι
  • débit d'air consommé : ρυθμός καταναλώσεως αέρα
  • autre drogue consommée : δευτερεύουσα ουσία κατάχρησης
  • propension à consommer : καταναλωτική ροπή / ροπή προς κατανάλωση
  • propension à consommer : ροπή προς κατανάλωση
  • indicateur de carburant consommé : ενδείκτης καταναλωθέντος καυσίμου
  • propension marginale à consommer : οριακή ροπή προς κατανάλωση

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments