Εφαρμογή του

contre-courant στα ελληνικά
contre-courant
λέγεται
κοντρκουράν
.
contre-courant
σημαίνει στα ελληνικά
κόντρα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- contre-courant : αντίρροπο ρεύμα
- contre-courant : αντιρροή
- feu à la recule / feu à la rebrousse : αντεπιστροφή της φωτιάς
- contre-courant d'eau : αντίθετο ρεύμα νερού
- filtre à contre-courant : φίλτρο αντίστροφης ροής
- contact à contre-courant : επαφή σε αντίστροφη ροή
- rinçage à contre-courant : πλύσιμο με αντίρευμα
- freinage à contre-courant : πέδηση αυτενεργούντος ρεύματος
- appareil à contre-courant : συσκευή αντιθέτων ρευμάτων / συσκευή ρευμάτων κατά αντιρροή
- balayage à contre-courant : αντίστροφη απόπλυση
Subscribe
0 Comments