Εφαρμογή του

coudées στα ελληνικά
coudées
λέγεται
κουντέ
.
coudées
σημαίνει στα ελληνικά
coudées franches ελευθερία κινήσεων
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- palette / couteau coudé : πτερύγιο / καμπυλωτό μαχαίρι
- pli / coude : κάμψη
- couder : πτυχώνω
- té coudé : γωνία Τ
- courbe / coude à grand rayon : καμπύλη μεγάλης ακτίνας
- coude : γόνατο / ταρσός
- coude / coude brusque : κυματοδηγός με απότομη κάμψη
- coude : πτύχωση
- coude : αγκώνας
- angle / coude : ακμή / ασυνέχεια γάστρας
Subscribe
0 Comments