Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

coupon στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
coupon
λέγεται
κουπόν
.
coupon
σημαίνει στα ελληνικά
κουπόνι / απόκομμα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • coupon : τοκομερίδιο
  • coupon / bon d'échange : βάουτσερ
  • coupon : κουπόνι / απόκομμα
  • coupon / échantillon : δείγμα
  • OSCAR / obligation spéciale à coupons à réinvestir : ειδική ομολογία επανεπένδυσης
  • échéance / date d'échéance de coupon : ημερομηνία οφειλής / ημερομηνία πληρωμής τοκομεριδίων
  • encaisser / encaisser des coupons : εξαργυρώνω
  • ex-coupon : αξία τίτλου μη περιλαμβάνουσα τα προγενεστέρως πληρωθέντα τοκομερίδια
  • TIC / tarif international à coupons : διεθνές τιμολόγιο με δελτία / διεθνές τιμολόγιο με κουπόνια
  • prix net / prix pied de coupon : καθαρή τιμή

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments