Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

couronnement στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
couronnement
λέγεται
κουρονμάν
.
couronnement
σημαίνει στα ελληνικά
στέψη / στεφάνωμα / δαφνοστόλισμα / επιστέγασμα
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • couronnement : στέψη
  • couronnement : στέψη βάθρου / στέψη τοίχου
  • sommet / couronnement : στέψις οδού
  • couronnement / crête du barrage : στέψη φράγματος
  • couronnement : σχηματισμός κορώνας
  • faîte / ligne de faîte : κορυφή στέγης / γραμμή κορυφής
  • couronne du ballast / couronnement du ballast : στέψη έρματος
  • cote du couronnement / arasement de la crête : υψόμετρο στέψης
  • galon de couronnement : κορδέλα φανταιζί

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments