Εφαρμογή του

danois στα ελληνικά
danois
λέγεται
ντανουά
.
danois
σημαίνει στα ελληνικά
Δανός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- FDITC / Fédération danoise des industries textiles et de l'habillement : FDTCI / Ομοσπονδία δανικών επιχειρήσεων των κλάδων κλωστοϋφαντουργίας και ενδύματος
- DKK / couronne danoise : DKK / κορώνα Δανίας
- dent en S / dent de cultivateur danois : δόντι σχήματος S
- DKK / DKR : Δανική κορώνα
- FDT / Fédération danoise de tennis : Ενωση αντισφαιρίσεως της Δανίας
- O / PPD : O
- vibroculteur / cultivateur danois : δονητικός καλλιεργητής / καλλιεργητής με δόντια σχήματος S
- senne danoise / senne de fond : δανέζα / σχοινότρατα
- barre danoise / barre de coupe rase : μαχαίρι για χαμηλή κοπή / μαχαίρι για κοπή μικρού ύψους
- Section danoise / MUL : Δανικός τομέας
Subscribe
0 Comments