Εφαρμογή του

dard στα ελληνικά
dard
λέγεται
νταρ
.
dard
σημαίνει στα ελληνικά
κεντρί
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- dard / cabotin : κέφαλος
- dard / aiguillon : κεντρί
- cone / dard : ψυχρός κώνος
- dard : βάκτρο / βραχίονες στήριξης ομοιώματος
- dard(B) / sortie de flamme(F) : έξοδος φλογών απο τις τρύπες του κλιβάνου
- aiguillat / aiguillat commun : σκύλος / κεντρόνι
- traceur en dard : ενιαίο μέτωπο εκκένωσης
- longueur du dard : μήκος του κώνου της φλόγας
- flamme en forme de dard : οξειδωτική φλόγα
Subscribe
0 Comments