Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

débâcle στα ελληνικά
débâcle
λέγεται
ντεμπάκλ
.
débâcle
σημαίνει στα ελληνικά
πανωλεθρία
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- débâcle : ρεύμα από πάγους
- débâcle / descente des glaces dérivantes : παράσυρση πάγων
- Crise de la compagnie d'assurances 'Equitable Life' / Débâcle financière de la compagnie d'assurances 'Equitable Life' : Οικονομική κρίση της εταιρείας Equitable Life Assurance Society / Εξεταστική επιτροπή για την οικονομική κρίση της εταιρείας Equitable Life Assurance Society
Subscribe
0 Comments


