Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

déboucher στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
déboucher
λέγεται
ντεμπουσέ
.
déboucher
σημαίνει στα ελληνικά
ξεβουλώνω / οδηγώ
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • déboucher / ôter le bouchon : εκπωματίζω
  • marché / débouché : αγορά
  • débouchant : σε εκκένωση / σε εκτόνωση
  • débouché : αγορά
  • trou borgne / trou non débouchant : αόρατη διακένωση
  • pore ouvert / pore débouchant : ανοιχτός πόρος
  • Ondah / Office national des débouchés agricoles et horticoles : Γεωργικός Οργανισμός Γεωργικών και Κηπευτικών Αγορών
  • trou débouchant : διαμπερής οπή
  • larges débouchés : ευρείες αγορές διαθέσεως
  • mèche à déboucher / sonde tire-bouchon : κοχλιοειδές άγκιστρο

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest


0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments