Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

dèche στα ελληνικά
dèche
λέγεται
ντες
.
dèche
σημαίνει στα ελληνικά
ένδεια / κακομοιριά
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
