Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

déchéance στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
déchéance
λέγεται
ντεσεάνς
.
déchéance
σημαίνει στα ελληνικά
ξεπεσμός
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • déchéance : έκπτωση / απώλεια
  • radiation / radiation de l'affiliation : παραγραφή / αποκλεισμός
  • s'éteindre / cesser ses effets : εκλείπω
  • cause de nullité / motif de nullité : απόλυτοι λόγοι ακυρότητας
  • motif de nullité / cause de déchéance : λόγος έκπτωσης
  • cause de déchéance : λόγος έκπτωσης
  • déchéance du congé / déchéance du droit de congé : απώλεια δικαιώματος αδείας
  • délai de déchéance : διαλυτική προθεσμία / προθεσμία έκπτωσης από δικαίωμα
  • déchéance de droit : έκπτωση από δικαιώματα
  • clause de déchéance : διαλυτική ρήτρα

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments