Εφαρμογή του

déclin στα ελληνικά
déclin
λέγεται
ντεκλέν
.
déclin
σημαίνει στα ελληνικά
πτώση / παρακμή
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- déclin rural : αγροτική παρακμή
- région en déclin : φθίνουσα περιοχή
- déclin industriel : βιομηχανική παρακμή
- période de déclin : στάδιον παρακμής της νόσου ή του παροξυσμού
- déclin fonctionnel : παρακμή των λειτουργιών
- déclin idéologique : ιδεολογική κάμψη
- baisse de la natalité / déclin de la natalité : μείωση του ποσοστού των γεννήσεων
- région urbaine en déclin : αστική περιοχή σε παρακμή
- zone en déclin industriel : περιφέρεια που βρίσκεται σε βιομηχανική παρακμή
- zone industrielle en déclin : βιομηχανική περιοχή σε παρακμή
Subscribe
0 Comments