Εφαρμογή του

décoration στα ελληνικά
décoration
λέγεται
ντεκορασιόν
.
décoration
σημαίνει στα ελληνικά
διακόσμηση / παράσημο
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
- décoration : διακόσμηση / εμφάνιση διαταραχών
- design urbain / décoration urbaine : πολεοδομικός διάκοσμος
- plante d'ornement / plante ornementale : καλλωπιστικό φυτό
- décoration irisée : ιριδίζουσα διακόσμηση
- clou de décoration : διακοσμητικό καρφί
- décoration au four : διακόσμηση φούρνου
- décoration à l'éponge : διακόσμηση με σφουγγάρι
- décoration au pochoir : διακόσμηση με στένσιλ
- décoration sous-émail : διακόσμηση κάτω από το υάλωμα
- décoration intérieure : εσωτερική διακόσμηση
Subscribe
0 Comments