Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με

dédale στα ελληνικά
dédale
λέγεται
ντεντάλ
.
dédale
σημαίνει στα ελληνικά
δαίδαλος / λαβύρινθος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés
Subscribe
0 Comments
Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με
