Rosgovas App logo

Δοκιμάστε την Εφαρμογή του λεξικού ΡΟΣΓΟΒΑΣ, γαλλικό και ελληνικό λεξικό με προφορά γαλλική προφορά / ελληνική προφορά, για γαλλική μετάφραση ή ελληνική μετάφραση (υποστηρίζεται από όλα τα μέσα) (διαθέσιμο για όλους τους τύπους υποστήριξης). Ιδανικό για να μιλήσετε γαλλικά καθ' όλη τη διάρκεια του ταξιδιού σας στη Γαλλία !

dénouer στα ελληνικά

ΜΙΝΙ λεξικό Ροσγοβάς γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό
dénouer
λέγεται
ντενουέ
.
dénouer
σημαίνει στα ελληνικά
ξεδένω / λύνω / se dénouer παίρνω τέλος
.
Source: Rosgovas, tous droits réservés

  • dénouer : προβαίνει σε εκκαθάριση
  • dénouer : κλείνω / ρευστοποιώ
  • dénouer une position : κλείσιμο μιας θέσης / ρευστοποίηση μιας θέσης
  • non encore dénouées : (πράξεις) που εκκρεμούν ακόμα
  • opérations à terme non dénouées : προθεσμιακές πράξεις που δεν έχουν αποπερατωθεί
  • position de négociation non dénouée : ατελής συναλλαγή
  • opération non dénouée après la date de livraison prévue : συναλλαγή που δεν έχει διακανονισθεί μετά την προβλεπόμενη ημερομηνία παράδοσης
  • opérations en monnaies étrangères à terme et au comptant non encore dénouées : εκκρεμούσες πράξεις σε ξένα νομίσματα προθεσμιακές ή τοις μετρητοίς

Το ΜΕΓΑ γαλλοελληνικό και ελληνογαλλικό λεξικό σε δύο τόμους Ροσγοβάς :

ΓΑΛΛΟΕΛΛΗΝΙΚΟ και ΕΛΛΗΝΟΓΑΛΛΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ Ροσγοβάς

Subscribe
Notify of
guest

0 Comments
Inline Feedbacks
View all comments